Σάββατο 25 Νοεμβρίου 2017

Αλιευτικά καταφύγια σε “soft coasts”: Το «ξήλωμα» είναι η μόνη λύση!

Το αλιευτικό καταφύγιο στην περιοχή Κρυονέρι Δυτικά των εκβολών του Κράθη στον Κορινθιακό (σε στιγμή που φυσά ο κυρίαρχος άνεμος της περιοχής, ο ΒΔ - Μαΐστρος). Η  λανθασμένη επιλογή θέσης σημαίνει ότι το λιμανάκι λειτουργεί ως "παγίδα ιζημάτων" και συγκεντρώνει πάνω του την άμμο που φυσιολογικά θα  απλωνόταν σε όλη την ακτή. Αποτέλεσμα είναι να έχει δημιουργήσει μια (όντως, ωραία) παραλία στα Δυτικά του (αριστερά της διακεκομμένης γραμμής) και σοβαρή διάβρωση στα Ανατολικά του (από την περιοχή που δείχνει το βέλος μέχρι και μετά το ακρωτήριο στο βάθος)
Τα λιμανάκια που χτίζονται πάνω σε παραλίες με άμμο, χαλίκι, ιλύ κλπ.  προκαλούν σοβαρή διάβρωση ακτών και συνεχώς «στομώνουν» με φερτά υλικά και φύκια. Το τοπικό και περιορισμένο κοινωνικό-οικονομικό τους όφελος δεν μπορεί να συγκριθεί με τις τεράστιες ζημιές και την έκθεση σε κίνδυνο που προκαλούν αλλά και με το μεγάλο λειτουργικό κόστος. Η μόνη συμφέρουσα λύση είναι να τα διαλύσουμε και να επαναφέρουμε την παραλία στη φυσική της κατάσταση

Έχουμε πει πολλές φορές ότι για τη διάβρωση των ακτών ευθύνονται κυρίως δύο ανθρώπινες παρεμβάσεις: Πρώτη είναι οι επεμβάσεις στα ποτάμια και τα φράγματα που εμποδίζουν τα φερτά υλικά - το δομικό υλικό των ακτών- να φτάσουν στη θάλασσα (βλέπε  οι επεμβάσεις στα ποτάμια καταστρέφουν τις ακτές). Η δεύτερη είναι οι μόνιμες κατασκευές πάνω στις παραλίες με «μαλακό» υλικό, οι οποίες  λειτουργούν ως «παγίδες ιζημάτων» που συγκεντρώνουν γύρω τους φερτά υλικά, εμποδίζοντάς τα να μετακινηθούν και να αποτεθούν κατά μήκος των ακτών. Κάθε ανθρώπινη κατασκευή σε τέτοιες παραλίες (μικροί μόλοι, κρηπιδώματα από βράχους, φράκτες που φτάνουν «μέχρι το κύμα») προκαλεί ζημιά. Ωστόσο, οι πιο παράλογες από αυτές τις κατασκευές είναι τα μικρά λιμανάκια που κατασκευάστηκαν καταμεσής αμμουδιών και άλλων «soft coasts»...

Soft coasts και hard coasts  
Το πρόβλημά μας εντοπίζεται στις παραλίες που έχουν διαμορφωθεί από χαλαρά ιζήματα όπως άμμο, χαλίκι, βότσαλα, λάσπη κλπ. Αυτές είναι οι λεγόμενες ακτές μαλακών ιζημάτων, που αποτελούν το ένα τρίτο των ελληνικών ακτών (36%) και μαζί με τα επίσης «μαλακά» δέλτα ποταμών ξεπερνούν το 40% των ακτών της Ελλάδας.  Θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε και τον εύστοχο όρο των A.T. Grove και Oliver Rakham [1], «soft coasts»-«μαλακές ακτές», για να τις ξεχωρίζουμε από τις «σκληρές ακτές», δηλαδή τις βραχώδεις . Η διαφορά είναι ουσιώδης: οι «μαλακές ακτές» είναι εύπλαστες και διαρκώς μεταβαλλόμενες, ενώ οι «βραχώδεις ακτές» είναι σταθερές και μόνιμες.
Σχηματική αναπαράσταση της παράκτιας στερεομεταφοράς με τα θαλάσσια ρεύματα (κίτρινα βέλη) και τη δράση των κυμάτων (μαύρα και κόκκινα βέλη) σε μια "μαλακή" ακτή. (Πηγή:https://www.slideshare.net/lorettar/coastal-processes).

Βασικό χαρακτηριστικών των μαλακών ακτών είναι η έντονη παράκτια στερεομεταφορά -μια κρίσιμη φυσική λειτουργία κατά την οποία η άμμος και τα άλλα δομικά υλικά «ταξιδεύουν» με τα θαλάσσια ρεύματα και «στρώνονται» κατά μήκος της ακτής. Χάρη σε αυτή τη διαδικασία, οι παραλίες είναι ένα δυναμικό σύστημα που συνεχώς φθείρεται και ανανεώνεται, καθώς τα κύματα και τα ρεύματα συνεχώς απομακρύνουν ιζήματα και φέρνουν νέα. Αυτές οι παραλίες μπορούν να αλλάζουν σχήμα ακόμη και από μέρα σε μέρα, μετά από έναν ισχυρό πλάγιο άνεμο που μεταφέρει σε νέα θέση χιλιάδες τόνους υλικού. Επιπλέον, οι παραλίες που βρίσκονται κοντά σε δέλτα ποταμών συνεχώς επεκτείνονται προς τη θάλασσα (με ρυθμό που μπορεί να φτάνει τις αρκετές δεκάδες μέτρα ανά αιώνα). Μια δυναμική κατεβασιά ακόμη και ενός μικρού χειμάρρου μετά από απότομη βροχή εύκολα δημιουργεί δεκάδες τετραγωνικά μέτρα «νέας γης» σε μια νύχτα (τα οποία, στη συνέχεια, θα στρωθούν με τα ρεύματα κατά μήκος της παραλίας). Με λίγα λόγια, τίποτα δεν είναι μόνιμο στις «μαλακές ακτές».

Αντίθετα, οι βραχώδεις ακτές δεν αποτελούνται από φερτά υλικά (είναι οι ίδιες το βασικό πέτρωμα της περιοχής). Έτσι, παραμένουν σταθερές, διαμορφωμένες από την μακραίωνη γεωλογική διεργασία της κίνησης των τεκτονικών πλακών και τους σεισμούς. Μεγαλώνουν -για την ακρίβεια, ανυψώνονται- με ρυθμό χιλιοστών ή εκατοστών ανά αιώνα. Δηλαδή αλλάζουν τόσο αργά, ώστε για τα ανθρώπινα δεδομένα μένουν πρακτικά απαράλλαχτες.

Είναι προφανές ότι οι κατασκευές πάνω σε εύπλαστες παραλίες μαλακών ιζημάτων είναι έρμαιο των ασταθών συνθηκών και των γρήγορων αλλαγών, ενώ οι κατασκευές σε σταθερές ακτές μένουν ακλόνητες στο πέρασμα του χρόνου. Γι αυτό το λόγο, μέχρι σχετικά πρόσφατα, ήταν αδιανόητη η ύπαρξη λιμανιού σε «soft» ακτή. Η αυτονόητη επιλογή για λιμάνι ήσαν οι υπήνεμες θέσεις σε κάποιο φυσικό βραχώδη κόλπο ή, έστω, σε μια σταθερή βάση σε βραχώδη ή υπερυψωμένη ακτή.

Ραφήνα, Νοέμβριος 2018, με Α-ΝΑ άνεμο (ο Βοράς προς τα Δεξιά). Διακρίνονται τα φερτά υλικά που προσκρούουν στον κυματοθραύστη και στην συνέχεια εισέρχονται στο λιμάνι.  Η  σταθερή φυσική θέση του λιμένα της Ραφήνας (δίπλα μεν σε "soft" ακτή, αλλά  πάνω σε σταθερή βάση στην άκρη ενός λόφου), η μεγάλη του χωρητικότητα (σε σχέση με το μικρό μέγεθος της διπλανής παραλίας,) και τα μεγάλα κονδύλια που διαθέτονται για τον περιοδικό καθαρισμό του διατηρούν το λιμάνι σε λειτουργία παρά την συνεχή μεταφορά φερτών. Αντίθετα, τα μικρά λιμανάκια που κατασκευάστηκαν καταμεσής μεγάλων αμμουδιών (και χωρίς budget για συντήρηση...) καταπίνονται από την παράκτια στερεομεταφορά. Φωτ. Γιάννης Γαστεράτος.

Η εποχή των έργων στις soft coasts
... Και φτάσαμε στην εποχή κατά την οποία η εξέλιξη στον κατασκευαστικό τομέα έκανε εφικτά τα έργα πάνω σε αμμουδιές και άλλες «soft coasts». Παρά τις προειδοποιήσεις των γεωλόγων για την ανάγκη σοβαρών ακτομηχανικών μελετών, λιμάνια σε εκτεθειμένες και ανεμοδαρμένες «μαλακές ακτές» με έντονη στερεομεταφορά άρχισαν να εμφανίζονται χωρίς πρόβλεψη για τις επιπτώσεις  στη λειτουργία αυτών των ακτών.

Αυτή η προχειρότητα φάνηκε κυρίως με τη «νέα γενιά» μικρών αλιευτικών καταφυγίων (κυρίως) και μαρινών που άρχισαν να πληθαίνουν τη δεκαετία του ’90 (κυρίως με χρηματοδότηση από το περιβόητο Β’ Κ.Π.Σ.). Σίγουρα, πολλά λιμανάκια αποδείχτηκαν χρήσιμα και κατασκευάστηκαν σε παραδοσιακές, σταθερές θέσεις (συνήθως ήσαν παλιά ψαρο-λιμανάκια που ενισχύθηκαν). Αρκετές, όμως, κατασκευές ήσαν εντελώς νέες και χωροθετήθηκαν σε εντελώς αφύσικα για λιμάνι σημεία, εκεί όπου οι συνεχείς αμμουδιές (ή άλλες «soft coasts»)προηγουμένως εκτείνονταν αδιατάρακτες για χιλιόμετρα.

Απλή απόδοση του τι συμβαίνει σε μια "μαλακή" ακτή αν κατασκευάσουμε ένα τεχνητό εμπόδιο στην παράκτια μετακίνηση των ιζημάτων: το υλικό μαζεύεται από τη μια μεριά της κατασκευής και προκαλείται διάβρωση προς την μεριά της κατεύθυνσης του κυρίαρχου ανέμου και των θαλάσσιων ρευμάτων. (Πηγή: https://www.crd.bc.ca/education/our-environment/geology-processes/coastal-sediment). Σε περίπτωση που η ακτή είναι εκτεθειμένη σε περισσότερους ανέμους, υλικό μπορεί να μαζευτεί και από τις δύο μεριές και η διάβρωση να προκληθεί εκατέρωθεν του έργου στις γειτονικές παραλίες

Αυτά τα «νέα λιμενικά έργα» παρουσιάστηκαν ως ένας (ακόμη) θρίαμβος των μηχανικών και των εργολάβων επί των στοιχείων της φύσης. Ωστόσο, επανειλημμένα αποδείχτηκε ότι οι άσχετοι από ακτομηχανική κατασκευαστές αγνόησαν το βασικότερο: την έντονη παράκτια στερεομεταφορά. Έτσι, στην πραγματικότητα κατασκεύασαν τεράστια εμπόδια εκεί ακριβώς όπου τα υλικά «ταξίδευαν» με τα θαλάσσια ρεύματα ελεύθερα κατά μήκος της ακτής. Τα αλιευτικά τους καταφύγια έγιναν γιγάντιες «παγίδες ιζημάτων», που μαζεύουν γύρω τους άμμο, χαλίκι, ιλύ και άλλα δομικά υλικά της ακτής. Φυσικά, αυτά τα υλικά αφαιρέθηκαν από την υπόλοιπη ακτογραμμή, με άμεσο αποτέλεσμα τη διάβρωση των ακτών μέχρι και μερικά χιλιόμετρα μακριά από το λιμανάκι. Έτσι καταστρέφονται υποδομές, κτίσματα, καλλιέργειες, οικισμοί, η ίδια η ομαλή ζωή στις παραθαλάσσιες περιοχές και ο τουρισμός. Για τον ίδιο λόγο, τα λιμανάκια αυτά συνεχώς «στομώνουν» με άμμο και φύλλα ποσειδωνίας, συνήθως σε βαθμό που κάνει απαγορευτική τη χρήση τους για τα πιο μεγάλα σκάφη και απαιτεί τακτικό και πολυδάπανο καθαρισμό.

Παραδείγματα τέτοιων λιμενικών έργων υπάρχουν παντού στην Ελλάδα. Οι πιο θεαματικές περιπτώσεις βρίσκονται σε περιοχές με εκτενείς «soft» ή με έντονη στερεομεταφορά ακτές όπως ο Θερμαϊκός, τα παράλια του Θρακικού Πελάγους, η Δυτική Πελοπόννησος, ο Κορινθιακός. Σε όλες τις περιπτώσεις, τα αλιευτικά καταφύγια συσσωρεύουν γύρω τους τεράστιες ποσότητες υλικών, «φρακάρουν» από άμμο, χαλίκι και φύκια και προκαλούν εντονότατη διάβρωση στις γειτονικές ακτές, ενώ σε μερικές περιπτώσεις αρχίζουν να διαλύονται τα ίδια (π.χ., αλιευτικό καταφύγιο στους Νέους Επιβάτες)[2].

Το αλιευτικό καταφύγιο Λεχαινών πέντε χρόνια μετά τα εγκαίνιά του και οκτώ μετά την έναρξη των έργων. Η ακτογραμμή πριν το έργο βρισκόταν μπροστά από τα σπίτια όπως στις διακεκομμένες γραμμές. Η γραμμή αριστερά του λιμανιού είναι 450+ μέτρα και η στεριά που έχει δημιουργηθεί έχει προχωρήσει τουλάχιστον 70 μ. κατά μήκος του αριστερού τμήματος του λιμανιού. Το εμβαδόν του (ορθογωνίου) τριγώνου από άμμο που έχουν μαζευτεί Νότια από το έργο είναι τουλάχιστον 15 στρέμματα, το υλικό των οποίων, υπό κανονικές συνθήκες, τα θαλάσσια ρεύματα θα έστρωναν στις παραλίες της Ηλείας βόρεια και νότια από το έργο. Όλος αυτός ο όγκος στερεού υλικού πλέον λείπει από τις παραλίες, οι οποίες ήδη υποφέρουν από έντονη διάβρωση. Επιπλέον, το λιμάνι έχει φρακάρει από τεράστιους όγκους άμμου και φύλλων ποσειδωνίας και πρακτικά αχρηστεύεται. 
Η παραλία δίπλα στο αλιευτικό καταφύγιο Λεχαινών, ένα χρόνο μετά τα εγκαίνιά του. Ήδη έχουν αρχίσει να συσσωρεύονται τόνοι από άμμο και φύλλα ποσειδωνίας. Η κανονική ακτογραμμή φαίνεται με κίτρινο.

Η ακτή λίγα χιλιόμετρα Βόρεια από το αλιευτικό καταφύγιο Λεχαινών επίσης ένα χρόνο μετά τα εγκαίνιά του (και περίπου τέσσερα μετά την έναρξη των έργων που έφραξαν την ακτή). Τα πρώτα σημάδια της διάβρωσης είναι εμφανή προς το δρόμο - δεν φαίνονται όμως τα μέτρα της παραλίας που έχουν χαθεί προς τη θάλασσα. Φαίνονται επίσης τα συνηθισμένα σπασμωδικά μέτρα αντιμετώπισης της διάβρωσης με μπάζα και πέτρες - που επιδεινώνουν το πρόβλημα αφού αποθέτουν επιπλέον "σκληρά" υλικά σε μια από τη φύση της "μαλακή" ακτή στην οποία φυσιολογικά δεν υπήρχε ούτε μια πέτρα. 


Αλιευτικό καταφύγιο Λεχαινών 2018. Γεμάτο με φύλλα
Ποσειδωνίας. Φωτ. Διονύσης Κράγκαρης
Οι επιπτώσεις από την κατασκευή αυτών των λιμανιών βιώνονται άμεσα. Για παράδειγμα, σε λιγότερο από 10 χρόνια λειτουργίας, το αλιευτικό Καταφύγιο Λεχαινών στην Ηλεία έχει δημιουργήσει γύρω του τουλάχιστον 25 στρέμματα νέας ακτής – τα υλικά της οποίας λείπουν από τις γειτονικές ακτές- και φρακάρει συνεχώς με δεκάδες τόνους φύλλων ποσειδωνίας. Το οικονομικό κόστος από τη διάβρωση που προκαλούν αυτά τα αλιευτικά καταφύγια είναι πολύ μεγάλο, αν αναλογιστούμε την απώλεια γης, την  απώλεια υποδομών, την πτώση αξίας ακινήτων και περιουσιών, την ακύρωση ή αποτυχία επενδύσεων, την απώλεια εισοδήματος από τουρισμό (στο Νομό Χανίων μόνο, το Πολυτεχνείο Κρήτης την υπολογίζει στα 2.000.000 € ετησίως). Σε αυτά τα κόστη πρέπει να προσθέσουμε τους αληθινούς κινδύνους που συνεπάγεται μια διαλυμένη ακτή για τις παραθαλάσσιες κοινότητες από την ανύψωση της στάθμης της θάλασσας και τα ακραία καιρικά φαινόμενα (για να μη μιλήσουμε για τα τσουνάμι[3]...), όπως και το κόστος από την υφαλμύρωση του παράκτιου υδροφόρου ορίζοντα – προβλήματα που επιδεινώνονται ραγδαία λόγω κλιματικής αλλαγής.

Το αλιευτικό καταφύγιο Πλαταμώνα. Παρατηρούμε τη συσσώρευση άμμου δίπλα από τις κατασκευές αλλά και, σταδιακά, μέσα στο λιμανάκι. Λίγο πιο Βόρεια βλέπουμε δύο "μπαστούνια" που κατασκευάστηκαν για να γλιτώσουν τα παράκτια σπίτια από τη διάβρωση. Με αυτού του είδους τα πρόχειρα έργα προστασίας της ακτής, το πρόβλημα απλά μεταφέρεται λίγο πιο πέρα και θα χρειάζονται συνεχώς νέα έργα σε έναν αγώνα χαμένο εκ των προτέρων. (Πηγή: https://panosz.wordpress.com/2008/02/04)
Ένας έμμεσος τρόπος να εκτιμήσουμε μέρος του κόστους των αλιευτικών καταφυγίων θα ήταν μέσω των δαπανών για τα έργα αποκατάστασης των ακτών που καταστρέφονται εξαιτίας τους. Μολονότι κάποιοι προτείνουν  φθηνές λύσεις, συχνά με «σκληρά» τεχνικά έργα, αυτές είναι περιορισμένης αποτελεσματικότητας ή (συνήθως) μεταθέτουν το πρόβλημα της διάβρωσης παραπέρα στην ίδια ακτή. Οι σοβαρές μελέτες και τα σοβαρά έργα αναφέρονται σε κόστη που φτάνουν σε εκατομμύρια ευρώ ανά χιλιόμετρο και με δράσεις που πρέπει περιοδικά να επαναλαμβάνονται. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει οριστική λύση όσο η αιτία του προβλήματος εξακολουθεί να υφίσταται. (Βλ. και προσέγγιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Living with coastal erosion in Europe:Sediment and Space for Sustainability.)  

Το Αλιευτικό καταφύγιο Ασπροβάλτας έχει γεμίσει με άμμο, κάνοντας τη χρήση του από τους ψαράδες προβληματική. Από τη συσσωρευμένη άμμο (της οποίας προορισμός ήταν να απλωθεί στις γειτονικές παραλίες και όχι να εγκλωβιστεί μέσα στο λιμάνι) έχει πλέον δημιουργηθεί αμμουδιά  μέσα στο λιμάνι, εκεί όπου θα έπρεπε να "δένουν" σκάφη και  το βάθος να πλησιάζει τα 2 μέτρα. Τα περισσότερα αλιευτικά καταφύγια έχουν "μπαζωθεί "με  παρόμοιο φυσικό τρόπο λόγω της λανθασμένης χωροθέτησής τους, η οποία τα κάνει "παγίδες" των φερτών υλικών που η φύση μετακινεί κατά μήκος της ακτής με τα ρεύματα.  Φωτ. Αρης Χριστίδης 

 Η μόνη λύση
Το οικονομικό και «αναπτυξιακό» όφελος των αλιευτικών καταφυγίων σε ακτές μαλακών ιζημάτων είναι περιορισμένο. Δεν σχετίζονται με παραδοσιακές αλιευτικές κοινότητες (οι οποίες πάντα είχαν βάση σε κάποιο «σταθερό» λιμάνι) και εξυπηρετούν σχετικά λίγους πραγματικά επαγγελματίες ψαράδες. Καθώς το βάθος τους  ελαττώνεται σύντομα λόγω συσσώρευσης άμμου και φύλλων ποσειδωνίας, συχνά δεν μπορούν να φιλοξενήσουν ούτε μεγάλα αλιευτικά, ούτε τουριστικά σκάφη, ιστιοφόρα κ.λπ. Το πραγματικό ενδιαφέρον για τέτοια λιμανάκια σε «μαλακές» ακτές προέρχεται από παραθεριστές και περίοικους που βολεύονται «δένοντας» εκεί τις βάρκες τους και χρησιμοποιώντας τις «γλίστρες».  Πράγματι, αυτοί εξυπηρετούνται. Αρκεί, όμως, η μικρή ατομική εξυπηρέτηση για να δικαιολογήσει το κόστος που όλη η κοινωνία καλείται να πληρώσει, και μάλιστα άμεσα;

Σήμερα, που η προστασία των παράκτιων ζωνών θεωρείται στόχος ολοένα μεγαλύτερης προτεραιότητας, κυρίως εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής (βλ. και την πρόσφατη ημερίδα του ΤΕΕ για τη διάβρωση των ακτών) δεν μπορούμε να προκαλούμε καταστροφή ακτών για έργα περιορισμένης οικονομικής ή κοινωνικής σημασίας.

Αφού, λοιπόν, τα αλιευτικά καταφύγια σε «soft coasts» δεν φέρνουν ανάπτυξη και δεν δημιουργούν πλούτο (όπως τα κύρια εμπορικά ή επιβατικά  λιμάνια - κάτι που ίσως δικαιολογούσε κάποιο κόστος και προσέφερε πόρους για αποκατάσταση), και αφού συνήθως έχουν μεγάλο λειτουργικό κόστος, γιατί τα διατηρούμε; Η μόνη λογική λύση είναι η απομάκρυνσή τους. Δεν μιλάμε απλά για καταστροφή τους - αυτή θα συμβεί έτσι κι αλλιώς από τη φύση αν τα αφήσουμε χωρίς συντήρηση- αλλά για κατάργησή τους και απομάκρυνση όλων των ογκόλιθων και του τσιμέντου που εμποδίζουν το ταξίδι των ιζημάτων κατά μήκος της ακτής. Μιλάμε για πραγματική αποκατάσταση, να ξαναφέρουμε την παραλία όπως ήταν πριν!

Προφανώς οι αρχές (τοπικές, περιφερειακές ή κρατικές) δεν μπορούν να δεχτούν εύκολα την κατάργηση κάποιων αλιευτικών καταφυγίων. Οι πελατειακές σχέσεις, η αταλάντευτη εμμονή στην εξωτερίκευση του πραγματικού κόστους και η χαλαρή αίσθηση των «κοινών» σημαίνουν ότι πρώτα λογαριάζουν την εξυπηρέτηση μερικών ιδιοκτητών σκαφών και μετά την προστασία των ακτών.

Το αλιευτικό καταφύγιο στο Κρυονέρι στο Δυτικό Κορινθιακό, στην Αιγιάλεια (Δυτικά της Ακράτας - αυτό που φαίνεται στην αρχική φωτ.). Η (τονισμένη με κίτρινο) προβλήτα έχει παγιδεύσει μεγάλες ποσότητες άμμου αριστερά (Δυτικά) του λιμανιού και έχει προκαλέσει μεγάλη διάβρωση στα δεξιά (Ανατολικά). Επιπλέον, όπως φαίνεται και στη δορυφορική εικόνα, η είσοδος φράζεται συνεχώς από άμμο, ενώ το εσωτερικό του λιμανιού συγκεντρώνει μεγάλες ποσότητες φύλλων ποσειδωνίας (τα  υποθαλάσσια λιβάδια ποσειδωνίας φαίνονται με σκούρο χρώμα στο γειτονικό θαλάσσιο χώρο). Το έργο έχει κριθεί κατεδαφιστέο. Ο Δήμος Αιγιάλειας  πρέπει απλά να εφαρμόσει το νόμο και να μην προσπαθεί να το "νομιμοποιήσει".

Ευτυχώς, η απόφαση για κατάργηση αρκετών αλιευτικών καταφυγίων γίνεται πιο εύκολη διότι κάμποσα από αυτά (λέγεται ότι είναι τουλάχιστον 20 σε όλη την Ελλάδα) κατασκευάστηκαν έτσι κι αλλιώς παράνομα (συνήθως επειδή δεν ειχε καθοριστεί οριογραμμή του αιγιαλού και χερσαία λιμενική ζώνη) και υπάρχει γι αυτά εντολή κατεδάφισης. Άρα, οι Δήμαρχοι, που συνήθως είναι επιφορτισμένοι με αυτό το καθήκον, δεν χρειάζεται να λάβουν κάποια ριζοσπαστική πρωτοβουλία παρά απλά να εφαρμόσουν το νόμο. Το πρόβλημα που επικαλούνται σε αυτή την περίπτωση είναι το μεγάλο "κόστος κατεδάφισης". Πόροι, όμως, μπορεί να προβλεφθούν αν υπάρξει πολιτική βούληση.

Πρέπει, λοιπόν, η κατάργηση αλιευτικών καταφυγίων (αλλά και άλλων αποδεδειγμένα καταστροφικών έργων) να αποτελέσει συνειδητή πολιτική επιλογή. Εδώ βρίσκεται ο κρίσιμος ρόλος των επιστημονικών φορέων, για να κλονίσουν την θρησκόληπτη εμμονή στην «ιερή» υπόσταση κάθε ανθρώπινης κατασκευής. Κάθε ανθρώπινο έργο δεν είναι υποχρεωτικά ένα λιθαράκι στο οικοδόμημα της προόδου, αλλά μπορεί κάλλιστα να είναι αποτυχημένο, κακά σχεδιασμένο και επιζήμιο, και απλά να θέλει ξήλωμα και τίποτα άλλο (όχι επιδιόρθωση, βελτίωση, νέους περιβαλλοντικούς όρους κλπ.). Εν τω μεταξύ, είναι αυτονόητο ότι, ακόμη κι αν δεν είναι εφικτή η άμεση απομάκρυνση τους, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να νομιμοποιηθούν αυτά τα παράνομα έργα (άλλωστε, αυτό συνήθως απελευθερώνει πόρους για νέες επεμβάσεις και επιδείνωση της κατάστασης).

Η κατάργηση αλιευτικών καταφυγίων που καταστρέφουν ακτές και εκθέτουν σε κίνδυνο ολόκληρες κοινωνίες, η κατεδάφιση κτηρίων (αλλά και οικοδομικών τετραγώνων) για να φτιάξουμε πάρκα και βιώσιμες πόλεις, η επαναδημιουργία λιμνών που αποξηράνθηκαν χωρίς κανένα όφελος και η αποκατάσταση των πλημμυρικών πεδίων ποταμών για να προστατευθούμε από φονικές πλημμύρες (αλλά και για πολλές ακόμη «οικολογικές υπηρεσίες» βλ. οικολογική αποκατάσταση εσωτερικών υδάτων) είναι μερικά μόνο από τα έργα που έχουμε ανάγκη σήμερα. Δεν είναι μόνο ανάγκη επιβίωσης, αλλά και διέξοδος στον κατασκευαστικό τομέα, άρα και στην ίδια την οικονομία. Είναι τα «μεγάλα έργα» του μέλλοντος (βλ και τα πράσινα μεγάλα έργα).



[1] Στο μνημειώδες (παρά τις εμμονές του) έργο The Nature of Mediterranean Europe (Yale Univeristy Press, 2001), με το οποίο «άνοιξαν τα μάτια» πολλών για τη φύση της πατρίδας μας

[2] Καλή μελέτη περίπτωσης κακών λιμενικών έργων και ανάλογα κακών έργων «αποκατάστασης» είναι ο Θερμαϊκός. Άφθονο υλικό με αναφορές και φωτογραφίες μπορεί να αναζητηθεί στην «Καλύβα»  https://panosz.wordpress.com, π.χ. η παρουσίαση του Μιχάλη Γκανά (με αφορμή τα έργα για το αεροδρόμιο).

[3] Τα τσουνάμι είναι μια πραγματικότητα που ανεύθυνα αγνοούν οι αρχές στον ελληνικό χώρο. Τσουνάμι παρόμοια με εκείνα του 1956 στο Αιγαίο και 1963 στον Κορινθιακό θα προκαλούσαν σήμερα βιβλικές καταστροφές και χιλιάδες θύματα αφού η ανθρώπινη δραστηριότητα και ο τουρισμός έχουν εν τω μεταξύ μεταφερθεί στις ακτές (ενώ εκείνα τα χρόνια ελάχιστοι δραστηριοποιούνταν κοντά στις ακτές). Μια διαβρωμένη παραλία δεν μπορεί να ελαττώσει την ορμή των νερών και, επιπλέον, κατά τις κρίσιμες στιγμές που υποχωρούν τα νερά πριν έρθει το κύμα, αυξάνει τον κίνδυνο παγίδευσης σε αυτήν και μειώνει την δυνατότητα έγκαιρης απόδρασης προς τα ενδότερα.

Πέμπτη 24 Αυγούστου 2017

Οικολογική αποκατάσταση των εσωτερικών υδάτων: Νέα agenda για το δημόσιο διάλογο



Το πεδινό τμήμα του ποταμού Σελινούντα, Ανατολικά του Αιγίου. Αμέσως μετά την έξοδό του από το φαράγγι (κάτω δεξιά), το ποτάμι έχει περιοριστεί ανάμεσα σε δύο αναχώματα, που αντιστοιχούν με τους δύο εμφανείς δρόμους αριστερά και δεξιά του ποταμού.  Μετά το ύψος της Εθνικής οδού (η οποία φαίνεται προς το πάνω μέρος της εικόνας) ο εγκιβωτισμός του ποταμού είναι ολοκληρωτικός και η κοίτη έχει περιοριστεί σε μια πολύ πιο στενή ζώνη, περίπου στο ένα τρίτο της έκτασης που βλέπουμε να έχει το ποτάμι μπροστά μας (βλ. επόμενη εικόνα). Αυτή η έκταση δεν προσφέρει επαρκή χώρο να εκτονωθούν τα νερά σε περίπτωση σοβαρής πλημμύρας. Η σύγχρονη πρόταση είναι, αντί να προσπαθούμε να φτιάξουμε πιο ψηλά αναχώματα - όπως στα παραδοσιακά αντιπλημμυρικά- απλά να διευρύνουμε την έκταση της κοίτης μεταφέροντας τα αναχώματα που βρίσκονται μετά την Εθνική στην ίδια απόσταση με εκείνα που βρίσκονται σε πρώτο πλάνο,  και έτσι να δώσουμε χώρο στα νερά να  εκτονώνονται όταν χρειαστεί.

Ο κάτω ρους του Σελινούντα, μετά την Εθνική Οδό. Παρά την κατασκευή της νέας σιδηροδρομικής γραμμής (η οποία τέμνει διαγώνια το ποτάμι) εξακολουθεί να υπάρχει χώρος για να διευρυνθεί η κοίτη μεταφέροντας τα αναχώματα αρκετές δεκάδες μέτρα εκατέρωθεν της ροής του ποταμού. Φωτ. Στάθης Κολλιόπουλος


Ο κάτω ρους του Σελινούντα έχει περιοριστεί σε λίγα μέτρα. Το ποτάμι έχει πλέον ευθεία πορεία και το νερό αποκτά πολύ μεγάλη ταχύτητα. Σε περίπτωση μεγάλης ποσότητας νερών υπάρχει μεγάλος κίνδυνος για καταστροφική πλημμύρα. Η απομάκρυνση των αναχωμάτων θα δώσει χώρο στο νερό να εκτονωθεί, θα αποκαταστήσει την υδρολογική ισορροπία και θα δημιουργήσει ξανά χώρο για να λειτουργήσουν τα οικοσυστήματα. 

[το παρακάτω κείμενο αποτέλεσε εισήγηση και δημοσιεύτηκε στα πρακτικά της ημερίδας του ΕΛΚΕΘΕ:  Η Οδηγία 2000/60 και η Προστασία των Εσωτερικών Υδάτων: Έρευνα και Προοπτικές, που έγινε υπό την αιγίδα του Υπ. περιβάλλοντος το Μάρτιο του 2015]

Εισαγωγή: η ώρα για μεγάλης κλίμακας οικολογική αποκατάσταση έφτασε
Η οικολογική αποκατάσταση εσωτερικών υδάτων, κυρίως η αποκατάσταση των πλημμυρικών πεδίων ποταμών και η ανασύσταση λιμνών και λιμνοθαλασσών που αποξηράνθηκαν, προσφέρει μερικά ή όλα από τα παρακάτω:
-          Αντιπλημμυρική προστασία
-          Καθαρισμό νερού
-          Εμπλουτισμό του υδροφόρου ορίζοντα και επάρκεια γλυκού νερού
-          Προστασία του υγροφόρου ορίζοντα από την εισβολή θαλασσινού νερού
-          Βελτίωση μικροκλίματος
-   Δημιουργία πλούσιας και παραγωγικής γης, ιδανικής για βιώσιμη πρωτογενή παραγωγή (γεωργία,  κτηνοτροφία, αλιεία, δασοπονία κ.λπ.)
-     Αντιμετώπιση του σοβαρότατου προβλήματος της διάβρωσης των ακτών λόγω του φυσικού  απεγκλωβισμού τεράστιων ποσοτήτων φερτών υλικών προς τη θάλασσα.

Σε αυτά, φυσικά, πρέπει να προσθέσουμε την τεράστια αξία για τη βιοποικιλότητα, αλλά και την κοινωνική αξία της αποκατάστασης ιστορικών λιμνών και των πολιτιστικών και ιστορικών στοιχείων που χάθηκαν με τις βίαιες παρεμβάσεις των τελευταίων δεκαετιών.

Για αυτούς τους λόγους, η αποκατάσταση των υγροτοπικών συστημάτων θεωρείται μια ολοένα αυξανόμενη σε σημασία δράση, προβλέπεται από την  Οδηγία 2000/60 (που μιλά για επιστροφή στην καλή κατάσταση των ποταμών) και βρίσκει ολοένα περισσότερες προοπτικές χρηματοδότησης. Σε ολόκληρη την Ευρώπη παρατηρούμε μια θεαματική στροφή των μηχανικών, οι οποίοι αρχίζουν να σχεδιάζουν μαιάνδρους και καλαμιώνες αντί για ευθυγραμμισμένα κανάλια και φράγματα.

Παράδειγμα σχεδιαζόμενης αποκατάστασης πλημμυρικού πεδίου μεταφέροντας μακριά από το ποτάμι το υπάρχον ανάχωμα (από δίπλα στο ποτάμι, που βρίσκεται τώρα, μέχρι την κόκκινη γραμμή). Ένα τεράστιο έργο τέτοιας αποκατάστασης βρίσκεται σε εξέλιξη κατά μήκος του Δούναβη

Η έλλειψη  ωρίμανσης στην κοινωνία και την πολιτική
Παρά την ωρίμανση σε τεχνικό και επιστημονικό επίπεδο, στην Ελλάδα δεν υπάρχει αντίστοιχη ωρίμανση των έργων αποκατάστασης υγροτοπικών συστημάτων στον Εθνικό και Περιφερειακό Σχεδιασμό. Δεν γίνεται συζήτηση για τέτοια θέματα στη Βουλή, στα Δημοτικά και Περιφερειακά Συμβούλια. Δεν υπάρχουν ανάλογα «αιτήματα» ούτε από την κοινωνία, ούτε, προφανώς, από τα ισχυρά πεδία πίεσης (π.χ. εργολάβοι).  

Αυτό ισχύει ιδίως για την αποκατάσταση των πλημμυρικών πεδίων[1]. Όσον αφορά την ανασύσταση λιμνών και λιμνοθαλασσών που αποξηράνθηκαν υπάρχει κάποια πρόοδος. Πρόκειται για ένα συνδυασμό επιστημονικής τεκμηρίωσης (π.χ. από το ΕΚΒΥ) και νοσταλγικής αποδοχής της ιδέας από μέρος της τοπικής κοινωνίας[2]. Η περίπτωση της ανασύστασης της Κάρλας, μολονότι δεν ήταν ορθή  οικολογική αποκατάσταση, αποτελεί μια χειροπιαστή απόδειξη προς το ευρύ κοινό της αποτυχίας της αποξήρανσης. Και αυτό είναι σημαντική πρόοδος! 

Τα έργα αποκατάστασης υγροτοπικών συστημάτων μπορεί να έρθουν σήμερα στο προσκήνιο αν αντιληφθούμε ότι βοηθούν στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και ότι μπορεί να γίνουν τα μελλοντικά «μεγάλα έργα» που θα δώσουν διέξοδο και στον κατασκευαστικό τομέα και, κατ’ επέκταση, στην οικονομία[3]. Ειδικά η αποκατάσταση των πλημμυρικών πεδίων των ποταμών γνωρίζει πανευρωπαϊκή αποδοχή τα τελευταία χρόνια ως απαραίτητο μέρος ενός ολοκληρωμένου αντιπλημμυρικού σχεδιασμού, ο οποίος οφείλει να αντιμετωπίσει συχνότερες και βιαιότερες πλημμύρες λόγω κλιματικής αλλαγής.


Η νέα agenda  για το δημόσιο διάλογο: αντιστρέφοντας το κλίμα
Χρειάζεται συστηματική καμπάνια και εκπαίδευση για να προβάλουμε τις αξίες της οικολογικής αποκατάστασης των εσωτερικών υδάτων και να εντάξουμε στο δημόσιο διάλογο την ωρίμανση των ανάλογων έργων. Στα πλαίσια αυτής της προσπάθειας θα ήταν χρήσιμο να καλλιεργούμε συστηματικά μερικές κεντρικές ιδέες:

Α. Η οικολογική αποκατάσταση υγροτόπων είναι στρατηγική προτεραιότητα.
Το κέρδος από την αντιμετώπιση των πλημμυρών και της κλιματικής αλλαγής, την προστασία των ακτών από διάβρωση, τον καθαρισμό και την εξασφάλιση επάρκειας νερού είναι τεράστιο και προστίθεται στον μεγάλο στόχο της διατήρησης της βιοποικιλότητας και των φυσικών περιοχών. Επομένως, τα έργα για την ανασύσταση αποξηραμένων λιμνών και λιμνοθαλασσών και αποκατάστασης των πλημμυρικών πεδίων των ποταμών πρέπει να θεωρούνται στρατηγική επενδυτική επιλογή. Μπορούν να ενταχθούν σε ποικίλους στρατηγικούς στόχους (κλιματική αλλαγή, διαχείριση υδάτων, προστασία ακτών, προστασία άγριας ζωής) και έτσι να έχουν ποικίλες ή «πολυτομεακές και πολυταμειακές» πηγές χρηματοδότησης.

Β. Η οικολογική αποκατάσταση υγροτόπων αποτελεί σπουδαία προοπτική για τους μηχανικούς και για τα «μεγάλα έργα».
Η σοβαρή αποκατάσταση υγροτόπων συνήθως προϋποθέτει μεγάλα τεχνικά έργα (και αντίστοιχες μελέτες), όπως άρση ή/και κατασκευή νέων αναχωμάτων και φραγμάτων, τεράστιας έκτασης εκσκαφές, σειρά από φραγμούς, υδροφράκτες, γέφυρες, μετεγκατάσταση υποδομών, αναπροσαρμογή οδικού δικτύου, απαλλοτριώσεις, συν τα έργα που αφορούν αμιγώς στη βιοποικιλότητα όπως αποκατάσταση ειδικών οικοσυστημάτων (π.χ. παραποτάμια δάση). Οι μηχανικοί και οι πολιτικοί μπορούν, πλέον, να καταλάβουν ότι υπάρχουν μεγάλα έργα που δεν καταστρέφουν αλλά «δημιουργούν φύση». Που δεν εξαντλούν τους φυσικούς πόρους αλλά δημιουργούν φυσικούς πόρους όπως νερό, εύφορη γη, ασφαλείς ακτές κ.λπ.

Γ. Νέο αφήγημα για τις πλημμύρες: αξιοποιούμε, δεν αντιμαχόμαστε τις φυσικές λειτουργίες
Ο σύγχρονος άνθρωπος έχει πλέον την τεχνική δυνατότητα (και αυτοπεποίθηση!) να συμμαχήσει με τη φύση και να αξιοποιήσει τα φυσικά φαινόμενα αντί να προσπαθεί να τα υποτάξει. Είναι ζήτημα νοοτροπίας. Οι φυσικές πλημμύρες ήσαν μεν ένα περιοδικό πρόβλημα, αλλά ταυτόχρονα  ήσαν μέρος ενός ζωτικού φυσικού κύκλου δημιουργίας νέων παραγωγικών εδαφών και ακτών και εμπλουτισμού του υδροφόρου ορίζοντα. Γιατί να προσπαθούμε να περιορίσουμε τους ποταμούς σε στενά κανάλια με συνεχώς αυξανόμενο κόστος αντί να αποδεχτούμε αυτό τον κύκλο; Να μεταφέρουμε τα αναχώματα (έστω) μερικές εκατοντάδες μέτρα μακρύτερα από τον ποταμό και να μετατρέψουμε την ενδιάμεση περιοχή σε μια πλούσια παραγωγική ζώνη! Με κατάλληλο σχεδιασμό, η γεωργία και η κτηνοτροφία μπορούν εύκολα να συνυπάρχουν με τον περιοδικό πλημμυρισμό για μερικές μέρες το χρόνο. Μόνο οι πολυετείς καλλιέργειες και οι μόνιμες εγκαταστάσεις θα πρέπει να λείψουν, αλλά θα κερδίσουμε πολύ περισσότερα (συν την ασφάλεια).

Ας πάρουμε για παράδειγμα την περιοχή του Έβρου. Αντί για συνεχείς καταστροφές από τη φυσική εκτόνωση του ποταμού στα παλιά πλημμυρικά του πεδία, μπορούμε απλά να αποφασίσουμε ότι επιθυμούμε αυτές τις «πλημμύρες». Θα έχουμε ποιοτική παραγωγή (χωρίς λιπάσματα και ζωοτροφές), άγρια φύση αλλά και δραστηριότητες όπως ψάρεμα, κυνήγι, αναψυχή. Φυσικά, μια τέτοια απόφαση προϋποθέτει τεράστια έργα μετατόπισης αναχωμάτων, μετεγκατάστασης υποδομών, υδροφρακτών, ανακατασκευής οδικού δικτύου, ωστόσο το βασικό σκεπτικό είναι απλό. Με κατάλληλη χρηματοδότηση μπορεί ένα τέτοιο σχέδιο να μπει σε σταδιακή εφαρμογή. 

Το βασικό "concept" αποκατάστασης πλημμυρικών πεδίων. I

A. Πριν την αποκατάσταση: Έχουμε πράγματι αποτρέψει τη συχνή υπερχείλιση εγκλωβίζοντας το ποτάμι ανάμεσα σε αναχώματα. Στο χώρο που  δήθεν "κερδίσαμε" αναπτύσσουμε μια σειρά από "συνηθισμένες" δραστηριότητες, οι οποίες, αντί για συχνές ενοχλητικές υπερχειλίσεις, κινδυνεύουν μόνιμα  από μια πιο σπάνια αλλά μεγάλη και καταστροφική πλημμύρα 


Το βασικό "concept" αποκατάστασης πλημμυρικών πεδίων II.

B. Μετά την αποκατάσταση: Αποκαθιστώντας τα αρχικά πλημμυρικά πεδία μεταφέροντας τα αναχώματα πιο μακριά, κερδίζουμε γη υψηλότατης παραγωγικότητας και πλήθος άλλων οικολογικών υπηρεσιών. Με μοναδικό περιορισμό την μη-ανάπτυξη μόνιμων υποδομών (που δεν χρειάζονται, άλλωστε, στην υψηλής παραγωγικότητας γη) έχουμε πολλαπλά οικονομικά και κοινωνικά οφέλη. Πρέπει απλά να αποδεχτούμε τις συχνές υπερχειλίσεις ως ένα φυσικό φαινόμενο που εμπλουτίζει τη γη με θρεπτικά συστατικά, ίζημα και νερό.

Πρέπει να εντάξουμε αυτά τα μέτρα στον καθημερινό διάλογο ώστε σταδιακά να ωριμάζουν αλλά και για να διατηρήσουν τον οικολογικό τους προσανατολισμό όταν έρθει η ώρα της υλοποίησης[4]. Παράλληλα, οφείλουμε να αποτρέψουμε κάθε μόνιμη αλλαγή χρήσης σε «χαμένες» υγροτοπικές περιοχές (π.χ. μόνιμες εγκαταστάσεις σε αποξηραμένες λίμνες ή αποφάσεις οριοθέτησης ποταμών μέσα στα στενά σημερινά όρια) προκειμένου να αφήσουμε ανοιχτή τη δυνατότητα αποκατάστασής τους στο μέλλον.

Ο Αλφειός στο ύψος της Αρχαίας Ολυμπίας (λίγο πριν το φράγμα). Τα χωράφια στα δεξιά αποτελούν μέρος του πλημμυρικού πεδίου. Ένας σχεδιασμός που δεν θα απέτρεπε αλλά θα άφηνε να πλημμυρίζουν μια φορά κάθε λίγα χρόνια θα είχε πολλαπλά θετικά οφέλη: Θα εμπλουτίζει το έδαφος με θρεπτικές ουσίες, θα σταματήσει κάθε ανάγκη για λιπάσματα και θα αυξήσει την ποιότητα και την τιμή των προϊόντων. 



Βιβλιογραφική αναφορά: Παπακωνσταντίνου, Κ.  2016. Οικολογική Αποκατάσταση των Εσωτερικών Υδάτων: Νέα agenda για το δημόσιο διάλογο. σελ. 58-60. Στο: Ζόγκαρης, Σ., Σκουλικίδης, Ν., Οικονόμου, Α.Ν., Μπόμπορη, Δ., Γκίνη, Μ., Στεργίου, Κ.Ι. (Επ.) Η Οδηγία 2000/60 και η Προστασία των Εσωτερικών Υδάτων: Έρευνα και Προοπτικές. ΙΘΑΒΙΠΕΥ, ΕΛΚΕΘΕ, Αθήνα, 70 σελ.




[1] Η έννοια του φυσικού πλημμυρικού πεδίου μπορεί να περιλαμβάνει πολύ μεγάλες εκτάσεις εκατέρωθεν του ποταμού, ιδίως όσο πλησιάζουμε στις εκβολές και στο (συνήθως «πρώην») «δέλτα». Όταν μιλάμε για αποκατάσταση, αυτή συνήθως αφορά μέρος αυτών των εκτάσεων.
[2] Δεν είναι τυχαίο ότι οι προτάσεις αφορούν σχεδόν αποκλειστικά πρόσφατες (μεταπολεμικές), μάλλον αποτυχημένες, αποξηράνσεις (Κάρλα, Αγουλινίτσα-Μουριά, Ξυνιάδα κ.λπ.),  για τις οποίες υπάρχουν περισσότερα στοιχεία και η μνήμη τους είναι πιο ζωντανή. 
[3] Γενικότερα, ο 21ος αιώνας μπορεί να γίνει «ο αιώνας της αποκατάστασης της φύσης», για να έρθουμε στα λόγια του E.O. Wilson
[4] Σε αντίθεση με την περίπτωση της Κάρλας, η οποία, στην πορεία άλλαξε σχεδιασμό και αντί για αποκατάσταση λίμνης καταλήξαμε σε έναν βαθύ ταμιευτήρα με πολλά προβλήματα διαχείρισης

Σάββατο 10 Ιουνίου 2017

Περιβαλλοντικός λαϊκισμός

Όταν η «δράση για το περιβάλλον» χωρίς γνώση και κανόνες κάνει ζημιά στην άγρια φύση



Το «περιβάλλον» ως προβολή

H «προστασία του περιβάλλοντος», όπως κάθε δημοφιλής θέση ή τάση, συχνά γίνεται αντικείμενο λαϊκιστικής εκμετάλλευσης και δημαγωγίας (άλλοτε απλά για προβολή, άλλοτε για οικονομικό όφελος). Αυτό ίσως είναι ένα αναπόφευκτο τίμημα όταν μια ιδέα παύει να είναι περιθωριακή. Ωστόσο, ο λαϊκισμός, εστιάζοντας μόνο στο συναίσθημα, δημιουργεί δύο ειδών προβλήματα.

Πρώτον, βαυκαλίζει το κοινό με εντυπώσεις αντί για πράξεις. Για παράδειγμα, στη διαχείριση απορριμμάτων συχνά βλέπουμε κρατικές, δημοτικές και περιφερειακές αρχές, παράγοντες, φορείς και χορηγούς να εμμένουν σε «φιέστες» (π.χ. εκδηλώσεις ανακύκλωσης), ευφυείς καινοτομίες (π.χ. μηχανές που καταπίνουν αλουμινένια κουτιά, "σπιτάκια" ανακύκλωσης κ.λπ.) ή ελκυστικές πινακίδες και καθηλωτικά σποτ (π.χ., για το χρόνο αποδομής των απορριμμάτων ή για τα πλαστικά στους ωκεανούς). Αντί να υλοποιήσουν τις υποχρεώσεις τους για άμεση καθολική εφαρμογή του διαχωρισμού των απορριμμάτων (που αποτελεί την προϋπόθεση για γίνει ανακύκλωση), κάτι που απαιτεί μέτρα όπως σχολαστική νομοθεσία, αυστηρούς (άρα όχι δημοφιλείς) κανονισμούς καθαριότητας, ουσιαστικές υποδομές και υπεύθυνη, «πόρτα – πόρτα» εκπαίδευση των δημοτών σε κάθε Δήμο, επιλέγουν τις εύκολες εντυπώσεις.

Το δεύτερο πρόβλημα με τον «περιβαλλοντικό λαϊκισμό» είναι ότι προάγει τον αυθορμητισμό και υποτιμά το ρόλο της λογικής και της επιστήμης. Έτσι, παραβλέπει τις επιπτώσεις που κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα έχει στη φύση. Η δήλωση «οικολογικής ευαισθησίας» θεωρείται αυτόχρημα «απαλλαγή περιβαλλοντικών όρων» και συχνά οδηγεί σε δράσεις όχι απλά περιττές αλλά επιζήμιες.


Ο Περιβαλλοντικός λαϊκισμός κάνει ζημιά στην άγρια φύση.

Θα εξετάσουμε δύο παραδείγματα δημοφιλών περιβαλλοντικών δράσεων (που συχνά διοργανώνονται ως μαζικά «events», με συμμετοχή σχολείων, φορέων και εθελοντών) που μπορεί να έχουν αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις αν υλοποιηθούν χωρίς όρους. Αυτά είναι οι καθαρισμοί σε φυσικές περιοχές και οι δεντροφυτεύσεις καμένων περιοχών. Σίγουρα, αυτές συχνά οργανώνονται με ειλικρινείς προθέσεις «να κάνουν κάτι για το περιβάλλον», να ενεργοποιήσουν αρχές και κοινωνία ή να εισάγουν μαθητές και νέους στην εθελοντική δράση. Όσο, όμως, σπουδαίος και αν είναι ο στόχος, όταν αγνοούμε βασικά δεδομένα για την άγρια φύση ή εστιάζουμε μόνο στο θυμικό και στο συμβολισμό (με έμφαση στη δημοσιότητα ή τη μαζικότητα της συμμετοχής - αντιγράφοντας, δηλαδή, μεθόδους των λαϊκιστών) μπορεί να προκαλέσουμε πρόβλημα.

Α. Καθαρισμοί σε φυσικές περιοχές, ιδίως παραλίες και υγρότοπους. Αυτοί συχνά χάνουν ακόμη και τον οικολογικό συμβολισμό τους και γίνονται το περιβαλλοντικό άλλοθι των υπευθύνων καθαριότητας της περιοχής (π.χ. Δήμοι) ή των διοργανωτών δραστηριοτήτων που βλάπτουν το περιβάλλον (π.χ. μαζικές εκδηλώσεις σε ευαίσθητες προστατευόμενες περιοχές). Επίσης, στρεβλώνουν το νόημα του περιβαλλοντικού ακτιβισμού, φτάνοντας στο σημείο οι μαθητές να θεωρούν ότι στις εκδηλώσεις για το περιβάλλον (ειδικά την 5η Ιουνίου) «μαζεύουμε σκουπίδια». Ωστόσο, όπως είπαμε, εδώ μας απασχολούν τα λάθη κατά την υλοποίηση των καθαρισμών που προκαλούν ζημιά στην φύση.

Καθαρισμός παραλίας στις εκβολές του ρέματος Ραφήνας. Ιούνιος 2017. Μια κυριολεκτικά καταστροφική επέμβαση λόγω της μεθόδου και της εποχής που έγινε. Φωτ. Χλόη Μαυρουδη.

Τα λάθη συμβαίνουν ιδίως στις παραλίες, οι οποίες αντιμετωπίζονται ως πλαζ και όχι ως οικοσυστήματα, ακόμη και όταν προστατεύονται επίσημα, π.χ. ως μέρος αμμόλοφων ή ως παραλιακό τμήμα υγροτόπων (συχνά και τα δύο). Επίσης, πολλοί αγνοούν ότι στις παραλίες σταθμεύουν ή φωλιάζουν κάποια απειλούμενα είδη πουλιών (απειλούμενα, ακριβώς επειδή ζουν σε παραλίες, στις οποίες κάποτε δεν πατούσε κανείς, ενώ σήμερα είναι πολύβουες πλαζ).

Όταν, λοιπόν, «καθαρίζουμε» μια φυσική περιοχή με λάθος τρόπο ή σε λάθος εποχή μπορεί να συμβούν τα εξής αρνητικά για τη φύση: 

1. Απομάκρυνση, μαζί με τα σκουπίδια, και φυσικών στοιχείων που θεωρούνται ανεπιθύμητα σύμφωνα με την κρατούσα ανθρώπινη «αισθητική», όπως ξύλα, πεσμένοι κορμοί, κλαδιά, σωροί από φύλλα ποσειδωνίας, καλάμια, ρίζες, μεγάλες πέτρες. Αυτά μπορεί να μην "αρέσουν" σε πολλούς, ωστόσο αποτελούν δομικό υλικό του οικοσυστήματος, προσφέρουν καταφύγιο ή τροφή σε πολλά ζώα, προστατεύουν την ακτή από διάβρωση, ενώ προσφέρουν πολύτιμο οργανικό υλικό σε αμμώδη παράκτια οικοσυστήματα, που το έχουν ανάγκη.

Αριστερά: Φυσικά υλικά (ξύλα, καλάμια, φύκια κ.λπ.) που από τον θαλάσσιο κυματισμό έχουν συγκεντρωθεί στην παραλία της Αλυκής Αιγίου. Δεξιά: η γειτονική πλαζ (η θέση της αριστερής φωτογραφίας είναι στο βάθος της εικόνας). Αυτά τα υλικά αποτελούν βασικό δομικό υλικό της (κατά τα άλλα σαθρής) ακτής (που σταδιακά  "χώνονται"  και ενσωματώνονται στην παραλία). Επιπλέον, η "λωρίδα" αυτή αποτελεί ενδιαίτημα για αρκετά είδη πουλιών, και ειδικά για φώλιασμα Θαλασσοσφυριχτών και Νανογλάρονων. Όπως βλέπουμε στην δεξιά φωτ., ξεκίνησε "καθαρισμός" που αφαίρεσε τα φυσικά υλικά. Τελικά περιορίστηκε στην πλαζ και δεν προχώρησε στην φυσική παραλία (μετά από παρέμβαση). 

2. Καταστροφή φυσικής βλάστησης (θάμνοι, φρύγανα, πόες) είτε με ποδοπάτημα ή εκούσια, π.χ., για «αντιπυρική» προστασία. Όπως και στην προηγούμενη περίπτωση, έτσι καταστρέφεται ενδιαίτημα άγριας πανίδας, ιδίως ερπετών (των μεγάλων αδικημένων της ελληνικής φύσης).

3. Όχληση άγριων ζώων, ιδίως πουλιών, που τρέφονται ή ξεκουράζονται στις παραλίες.

4. Καταστροφή φωλιών και νεοσσών πουλιών που φωλιάζουν στο έδαφος (χαραδριοί, νανογλάρονα, νεροχελίδονα, κορυδαλλοί κλπ.) ή στις όχθες (πάπιες, φαλαρίδες, καλαμοκάναδες κλπ.) λόγω όχλησης, ποδοπατήματος ή απομάκρυνσης αντικειμένων που παρέχουν κάλυψη. Οι καθαρισμοί σε παραλίες κατά την ημέρα περιβάλλοντος (5 Ιουνίου) γίνονται στο μέσο της πιο ευαίσθητης εποχής για τα παραπάνω είδη και συχνά προκαλούν σημαντικό πρόβλημα στα πουλιά που φωλιάζουν.

Ζευγάρι Νανογλάρονα Sternula albifrons στη Λέσβο, σε χώρο αναπαραγωγής.
Φωτ.Frank Wood από την σελίδα Lesvos Birders

Ζευγάρι Ποταμογλάρονα Sterna hirundo στο Καλοχώρι, κοντά στη Θεσσαλονίκη σε τάισμα στα πλαίσια του "φλερτ" πριν το ζευγάρωμα. Το λάστιχο αυτοκινήτου στο οποίο κάθονται τα γλαρόνια σαφώς δεν έπρεπε να πεταχθεί εκεί. Ωστόσο, από τη στιγμή που έμεινε στη θέση του, τα πουλιά το επέλεξαν ως μια ασφαλή θέση. Επιπλέον, το λάστιχο έχει εποικιστεί από υδρόβιους οργανισμούς, στους οποίους προσφέρει σταθερό υπόστρωμα για να αναπτυχθούν. Το λάστιχο πρέπει κάποια στιγμή να απομακρυνθεί, όχι, όμως κατά την εποχή στην οποία τα πουλιά το έχουν ανάγκη. Επίσης, πρέπει να υπάρξει μέριμνα ότι υπάρχουν (ή, αν δεν υπάρχουν, θα τοποθετηθούν) εναλλακτικές θέσεις για να κάθονται τα πουλιά (π.χ. ξύλινοι πάσσαλοι, τεχνητές νησίδες) . Φωτ. Γιώργος Αλεξανδρής 

Ποταμοσφυριχτής Charadrius dubius σε θέση αναπαραγωγής σε παραλία της Κρήτης. Όπως σε πολλά ακόμη είδη πουλιών, οι φωλιές βρίσκονται στο έδαφος και βασίζονται στην παραλλαγή για την προστασία τους. Κάθε υλικό στην εικόνα αποτελεί πλέον μέρος του ενδιαιτήματος του πουλιού και κάθε παρέμβαση θα θέσει το φώλιασμα σε κίνδυνο. Συμφωνούμε ότι το δοχείο από σπρέι και τα πλαστικά καλαμάκια (όχι τα κομμάτια από φυσικά καλάμια) που φαίνονται στην εικόνα πρέπει να απομακρυνθούν. Όμως, αφού αυτό δεν έγινε ΠΡΙΝ ξεκινήσει το φώλιασμα (αρχές Απριλίου), πρέπει να περιμένουμε να γίνει ΜΕΤΑ το πέρας της αναπαραγωγής (κατά προτίμηση, μετά τα μέσα Σεπτεμβρίου).  Αν επιμείνουμε να καθαρίσουμε αυτό το σημείο κατά την περίοδο φωλιάσματος, θα υπάρξει καταστροφική όχληση, μπορεί να απομακρύνουμε κάποιο αντικείμενο που παρέχει ζωτική κάλυψη στην φωλιά ή στους νεοσσούς (απώλεια που δεν μπορεί να αναπληρωθεί εν μέσω αναπαραγωγής) και υπάρχει πάντα και ο κίνδυνος από ποδοπάτημα. Φωτ. Μιχάλης Δρετάκης

Νεοσσός Νανογλάρονου καλύπτεται ώστε να μην δίνει στόχο σε θηρευτές. Καμία απομάκρυνση υλικού - έστω και "σκουπιδιού"- δεν πρέπει να γίνει από τον χώρο αυτό κατά την διάρκεια της αναπαραγωγής. Σε μια ανάλογη περίπτωση στην Αλυκή Αιγίου, ένας νεοσσός Νανογλάρονου επί μια σειρά ημερών έβρισκε κάλυψη σε ένα τσακισμένο κουτί από αναψυκτικό. Φωτ. Jake Fiennes


Σωστά οργανωμένος καθαρισμός στην Αλυκή Αιγίου στα τέλη Σεπτεμβρίου


Η ίδια σκηνή, αν ελάμβανε χώρα, αντί για τέλη Σεπτεμβρίου, τον Ιούνιο, θα ισοδυναμούσε με τεράστια όχληση στα πουλιά που φώλιαζαν, καταστροφή φωλιών και βλάστησης.