Μια προστατευόμενη φυσική περιοχή έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και ιδιαίτερες ανάγκες προστασίας και διαχείρισης. Συχνά (π.χ. σε περιοχές με Φορέα Διαχείρισης) διαθέτει και ιδιαίτερη νομοθεσία με ειδικές διατάξεις ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της (π.χ. αν είναι υγρότοπος, μεσογειακή βλάστηση, ορεινή κ.λπ. – παρεμπιπτόντως: οι πιο σημαντικές φυσικές περιοχές στην Ελλάδα ΔΕΝ είναι δάση).
Μια προστατευόμενη φυσική περιοχή έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και ιδιαίτερες ανάγκες προστασίας και διαχείρισης. Συχνά (π.χ. σε περιοχές με Φορέα Διαχείρισης) διαθέτει και ιδιαίτερη νομοθεσία με ειδικές διατάξεις ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της (π.χ. αν είναι υγρότοπος, μεσογειακή βλάστηση, ορεινή κ.λπ. – παρεμπιπτόντως: οι πιο σημαντικές φυσικές περιοχές στην Ελλάδα ΔΕΝ είναι δάση).
Σε επίπεδο Ε.Ε., οι προστατευόμενες φυσικές περιοχές πρακτικά ταυτίζονται με το δίκτυο Natura 2000. Για κάθε προτεινόμενη παρέμβαση σε μια τέτοια περιοχή, από την πιο «αθώα» δραστηριότητα μέχρι την πιο μεγάλη «επένδυση», ισχύουν τα ίδια:
1. Αν οι ειδικές διατάξεις γι αυτή την περιοχή αποκλείουν την εν λόγω δραστηριότητα σταματάμε εδώ - εκτός αν ισχύει το 3.
2. Για όσα τυχόν επιτρέπονται, απαιτείται ειδική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και επιβολή ειδικών περιβαλλοντικών όρων.
3. Αν κριθεί ότι κάποια επένδυση πρέπει οπωσδήποτε να γίνει για λόγους μεγάλου εθνικού συμφέροντος, επιβάλλονται αντισταθμιστικά μέτρα για το φυσικό περιβάλλον.
4. Ο αποχαρακτηρισμός μιας περιοχής από Natura 2000 είναι ανεπιθύμητος και γίνεται μόνο αν τεκμηριωθεί ότι κακώς η περιοχή είχε αρχικά ενταχθεί στο δίκτυο.
Σε επίπεδο Ε.Ε., οι προστατευόμενες φυσικές περιοχές πρακτικά ταυτίζονται με το δίκτυο Natura 2000. Για κάθε προτεινόμενη παρέμβαση σε μια τέτοια περιοχή, από την πιο «αθώα» δραστηριότητα μέχρι την πιο μεγάλη «επένδυση», ισχύουν τα ίδια:
1. Αν οι ειδικές διατάξεις γι αυτή την περιοχή αποκλείουν την εν λόγω δραστηριότητα σταματάμε εδώ - εκτός αν ισχύει το 3.
2. Για όσα τυχόν επιτρέπονται, απαιτείται ειδική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και επιβολή ειδικών περιβαλλοντικών όρων.
3. Αν κριθεί ότι κάποια επένδυση πρέπει οπωσδήποτε να γίνει για λόγους μεγάλου εθνικού συμφέροντος, επιβάλλονται αντισταθμιστικά μέτρα για το φυσικό περιβάλλον.
4. Ο αποχαρακτηρισμός μιας περιοχής από Natura 2000 είναι ανεπιθύμητος και γίνεται μόνο αν τεκμηριωθεί ότι κακώς η περιοχή είχε αρχικά ενταχθεί στο δίκτυο.
Αυτή είναι η σύγχρονη νόμιμη οδός που (πρέπει να) ακολουθεί ένας ξένος επενδυτής που ενδιαφέρεται για ευρωπαϊκή προστατευόμενη περιοχή. Παρεμπιπτόντως, είναι και η πιο συμφέρουσα λύση για την κοινωνία. Διότι έτσι ο ενδιαφερόμενος επενδύει περισσότερα.
Ας υποθέσουμε ότι μια επένδυση σε προστατευόμενη περιοχή κρίνεται ως υπέρτατης εθνικής σημασίας και προχωρά. Ο επενδυτής τότε θα πρέπει να δεσμεύσει επιπλέον πόρους για ειδική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και για αντισταθμιστικά μέτρα – πόροι που θα καταλήξουν σε ντόπιους εργαζόμενους, μελετητές, κατασκευαστές, λειτουργικά έξοδα.
Τέτοιες δαπάνες ενισχύουν, δεν ματαιώνουν μια σοβαρή επένδυση. Εκτός, βέβαια, αν δεν μιλάμε για σοβαρούς επενδυτές αλλά για τυχοδιώκτες που θέλουν να αποφύγουν δαπάνες και υποχρεώσεις.
Όταν, λοιπόν –λόγω του 'παραδοσιακού' ενοχικού συνδρόμου ότι η προστασία του περιβάλλοντος εμποδίζει την «ανάπτυξη»[1]- παρακάμπτουμε το καθεστώς προστασίας μιας περιοχής, ανοίγουμε το δρόμο στους τυχοδιώκτες – επενδυτές. Αντίθετα, όταν προβάλουμε το καθεστώς προστασίας, καλώντας να εφαρμοστούν οι νόμοι, διασφαλίζουμε το δημόσιο συμφέρον.
Προσωπικά πιστεύω ότι στις περιοχές προστασίας της φύσης πρέπει να μένουν μόνο παραδοσιακές ανθρώπινες χρήσεις. Η ‘φυσικότητα’ είναι σημαντικότερη από οτιδήποτε άλλο. Αφού, όμως, έχουμε Νομοθεσία, ας ζητήσουμε, τουλάχιστο, αυτή να εφαρμόζεται...
[1] Αν ως «ανάπτυξη» θεωρούμε τις τυχοδιωκτικές επενδύσεις και τις κάθε είδους «fast track αρπαχτές», τότε, πράγματι, η προστασία του περιβάλλοντος αντιστρατεύεται την ανάπτυξη